Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2008

Θα ήθελα να αναφερθώ σε ένα κείμενο το οποίο μου έκανε μεγάλη εντύπωση όταν το δίαβασα για πρώτη φορά πριν τρία χρόνια.....


Τούτη την ώρα αισθάνομαι πως είμαι ο ίδιος μία αντίφαση.Αλήθεια,η Σουηδική Ακαδημία έκρινε πως η προσπάθεια μου σε μία γλώσσα περιλάλητη επί αιώνες, αλλά στην παρούσα μορφή της περιορισμένη, άξιζε αυτή την υψυλή διάκριση.Θέλησε να τιμήσει την γλώσσα μου, και να εκφράζω τώρα τις ευχαριστίες μου σε ξένη γλώσσα.Σας παρακαλώ να μου δώσετε την συγγνώμη που ζητώ πρώτα από τον ευατό μου.
Ανήκω σε μία χώρα μικρή.Ένα πέτρινο ακρωτήρι στην Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού,τη θάλασσα, και το φως του ήλιου.Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοση του είναι τεράστια και το πράγμα που την χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή.Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται.Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα.Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπία,κανόνας της είναι η δικαιοσύνη.Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόσο ακρίβεια, οάνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο, πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες.Ο ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμη πρόκειται για φυσικά φαινόμενα :``Ήλιος ούχ υπερβήσεται μέτρα``,λέει ο Ηράκλειτος,``εί δέ μή, Ερινύκνυες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουν``.
Συλλογίζομαι πως δεν αποκλείεται ολωσδιόλου να ωφεληθεί ένας σύγχρονος επιστήμων, αν στοχαστεί τούτο το απόφθεγμα του Ίωνα φιλοσόφου.Όσο για μενα συγκινούμαι παρατηρώντας πως η συνείδηση της δικαιοσύνης είχε τόσο πολύ διαποτίσει την ελληνική ψυχή,ώστε να γίνει κανόνας και του φυσικού κόσμου.Και ένας από τους διδασκάλους μου,των αρχών του περασμένου αιώνα ,γράφει:``.....θα χαθούμε γιατί αδικήσαμε...``.Αυτός ο άνθρωπος ήταν αγράμματος,είχε μάθει να γράφει στα τριάντα πέντε χρόνια της ηλικίας του.Αλλά στην Ελλάδα των ημερών μας, η προφορική παράδοση πηγαίνει στα περασμένα όσο και η γραπτή.Το ίδιο και η ποίηση.Είναι για μένα σημαντικό το γεγονός ότι η Σουηδία θέλησε να τιμήσει και τούτη την ποίηση και όλη την ποίηση γενικά, ακόμη και όταν αναβρύζει σ’ένα λαό περιορισμένο.Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος που ζούμε,ο τυραννισμένος απο το φόβο και την ανησυχία ,τη χρειάζεται την ποίηση.Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα-και τι θα γινόμασταν αν η πνοή μας λιγόστευε;Είναι μία πράξη εμπιστοσύνης-κι ένας Θεός το ξέρει αν τα δείνα μας δεν τα χρωστάμε στη στέρηση εμπιστοσύνης.
Παρατήρησαν, τον περασμένο χρόνο γύρω από τούτο το τραπέζι, την πολύ μεγαλή διαφορά ανάμεσα στις ανακαλύψεις της σύγχρονης επιστήμης και στη λογοτεχνία ,παρατήρησαν πως ανάμεσα σ’ένα αρχαίο ελληνικό δράμα και ένα σημερινό, η διαφορά είναι λίγη.Να,η συμπεριφορά του ανθρώπου δε μοιάζει να έχει αλλάξει βασικά.Και πρέπει να προσθέσω πως νιώθει πάντα την ανάγκη ν’ακούει τούτη την ανθρώπινη φωνή που ονομάζουμε ποίηση.Αυτή τη φωνή που κινδυνεύει να σβήσει κάθε στιγμή από στέρηση αγάπης και ολοένα ξαναγεννιέται.Κυνηγημένη,ξέρει που να βρεί καταφύγιο,απαρνημένη,έχει το ένστικτο να πάει να ριζώσει στους πιο απροσδόκητους τόπους.Γι’αυτή δεν υπάρχουν μεγάλα και μικρά μερή του κόσμου.Το βασίλειο της είναι στις καρδίες όλων των ανθρώπων της γης.Έχει τη χάρη ν’αποφεύγει πάντα την συνήθεια, αυτή την βιομηχανία .Χρωστώ την ευγνωμοσύνη μου στη Σουηδική Ακαδημία που ένιωσε αυτά τα πράγματα,που ένιωσε πως οι γλώσσες,οι λεγόμενες περιορισμένης χρήσης, δεν πρέπει να καταντούν φράκτες όπου πνίγεται ο παλμός της Ανθρώπινης καρδιας,που έγινε ένας Άρειος Πάγος ικανός: να κρίνει με αλήθεια επίσημη την άδικη μοίρα της ζωής,
για να θυμήσω τον Σέλλευ,τον εμπνευστή,καθώς μας λένε ,του Αλφέρδου Νόμπελ,αυτού του ανθρώπου που μπόρεσε να εξαγοράσει την αναπόφευκτη βία με τη μεγαλοσύνη της καρδίας του.
Σ’αυτό τον κοσμό,που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους.Πρέπει ν’αναζητήσουμε τον άνθρωπο,όπου και να βρίσκεται.Όταν,στο δρόμο της Θήβας,ο Οιδίπους συνάντησε την Σφίγγα , κι αυτή του έθεσε το αίνιγμα της , η απόκριση του ήταν : ο άνθρωπος .Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας.Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε .Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Οιδίποδα.



Γίωργος Σεφέρης(1963),Δοκιμές 2,σ.159